Ο Γκρέγκορ Στράσσερ και το NSDAP. Μια αποτίμηση των ετών 1927-1932

γράφει ο Α.Π.

Το πρόγραμμα του NSDAP ήταν πολύ προσεκτικό στη διατύπωση «σοσιαλιστικών» αιτημάτων. Εξάλλου, οι συντάκτες του - ο Άντον Ντρέξλερ, ο Γκότφριντ Φέντερ και ο Αδόλφος Χίτλερ - δεν μπορούσαν να αποφύγουν να συμπεριλάβουν ορισμένα σημεία στα οποία οι εργαζόμενοι θα έπρεπε να βλέπουν αιτήματα που τους ήταν γνωστά ως «εργατικά αιτήματα». 

Το σημείο 7 («Απαιτούμε από το κράτος να αναλάβει να διασφαλίζει πρωτίστως την ικανότητα εργασίας και διαβίωσης των πολιτών») θα μπορούσε να θεωρηθεί ως παράφραση του αιτήματος για το δικαίωμα στην εργασία. Ωστόσο, το σημείο 11 έπρεπε να ακούγεται ιδιαίτερα «σοσιαλιστικό» καθώς απαιτούσε: «Κατάργηση των εισοδημάτων που δεν προέρχονται από την εργασία» ακουγόταν ακριβώς όπως η αρχή των εργατικών κομμάτων: «Ο μη εργαζόμενος μηδέ εσθιέτω». Ωστόσο, αμέσως ακολουθεί η δεύτερη πρόταση του σημείου 11: «Σπάσιμο της δουλείας του τόκου», και αυτή ήταν μια θολή απαίτηση, ήταν μια απαίτηση με την οποία ένας εργαζόμενος δεν μπορούσε να συνδέσει καμία πραγματική ιδέα, αλλά ακόμη περισσότερο οι ανεξάρτητοι τεχνίτες, οι καταστηματάρχες, οι ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων, οι αγρότες κ.λπ. 

Το σημείο 12 απευθυνόταν κυρίως στους εργαζόμενους: «Απαιτούμε την πλήρη κατάσχεση όλων των κερδών που συσσωρεύτηκαν μέσω κερδοσκοπίας κατά τη διάρκεια του πολέμου», καθώς και τα ακόλουθα σημεία: «Απαιτούμε την εθνικοποίηση όλων των (προηγουμένως) ήδη κοινωνικοποιημένων (τραστ) εταιρειών» (σημείο 13), «Απαιτούμε την αναδιανομή των κερδών των μεγάλων εταιριών» (σημείο 14) «Απαιτούμε γενναιόδωρη διεύρυνση των συνταξιοδοτικών παροχών» (σημείο 15). 

Το σημείο 17 («Απαιτούμε μια αγροτική μεταρρύθμιση προσαρμοσμένη στις εθνικές μας ανάγκες, δημιουργία νόμου για την ελεύθερη απαλλοτρίωση της γης για φιλανθρωπικούς σκοπούς») ήταν δανεισμένο επίσης από τα προγράμματα των εργατικών κομμάτων και απευθυνόταν κυρίως στους εργάτες γης και τους φτωχούς αγρότες. Ωστόσο, γρήγορα έγινε σαφές ότι τα επιχειρήματα του Χίτλερ και αυτά τα σημεία του προγράμματος δεν ήταν αρκετά και ότι - ειδικά στις βιομηχανικές περιοχές και τα "κόκκινα οχυρά" - έπρεπε να καταφύγει κανείς σε ισχυρότερα μέσα και συνθήματα αν ήθελε να κερδίσει την υποστήριξη των εργατών. Δεν ήταν λοιπόν τυχαίο ότι στην περιοχή του Ρουρ συγκεκριμένα, η ναζιστική κοινωνική δημαγωγία στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1920 ξεπέρασε κατά πολύ αυτό που ήταν συνηθισμένο στο Μόναχο. 

Ξεχώρισαν ιδιαίτερα οι Γκρέγκορ Στράσσερ και Γιόζεφ Γκέμπελς. Ο Στράσσερ πήρε τις πιο ριζοσπαστικές θέσεις. Για παράδειγμα, τον Ιούλιο του 1927 σε ένα άρθρο «Στόχοι και τρόποι» ανέφερε τα εξής: «Είμαστε σοσιαλιστές, είμαστε εχθροί, θανάσιμοι εχθροί του σημερινού καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος με την εκμετάλλευση των οικονομικά αδύναμων, με τις άδικες αμοιβές του, με την ανήθικη αποτίμηση των ανθρώπων με βάση τον πλούτο και το χρήμα αντί για την ευθύνη και την απόδοση, και είμαστε αποφασισμένοι να καταστρέψουμε αυτό το σύστημα με κάθε κόστος!»

Τέτοιες διακηρύξεις ήταν αρκετές για να εγείρουν αμφιβολίες μεταξύ διαφόρων επιχειρηματιών σχετικά με την αξιοπιστία και τη χρησιμότητα των Ναζί, αλλά όχι για να εντυπωσιάσουν τους ταξικά συνειδητοποιημένους κομμουνιστές και σοσιαλδημοκράτες εργάτες. Το κρίσιμο ερώτημα, το οποίο οι ηγέτες των Ναζί απέφευγαν για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά δεν μπόρεσαν να αποφύγουν μακροπρόθεσμα, ήταν η πρακτική θέση του NSDAP στην ταξική πάλη μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων, η συμπεριφορά του απέναντι στα συνδικάτα, τις συλλογικές διαπραγματευτικές διαφορές, και κατά τη διάρκεια απεργιών. Ενώ το NSDAP είχε παραμείνει σχετικά αδρανές σε αυτά τα ζητήματα πριν το 1929, με την έναρξη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης κατέστη απαραίτητο να ενταθεί η «μάχη για η ψυχή του γερμανικού λαού» και να δημιουργηθούν εθνικοσοσιαλιστικοί συνδικαλιστικοί φορείς. 

Αυτό ήταν επίσης προς το συμφέρον των επιχειρηματιών, οι οποίοι θα μπορούσαν να περιμένουν από ένα ναζιστικό πυρήνα μέσα στα εργοστάσια να παράσχει ένα «εθνικό» αντίβαρο ενάντια στα σοσιαλδημοκρατικά και τα κομμουνιστικά συνδικάτα, έναν πυρήνα ο οποίος θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθεί για απεργοσπαστικές δραστηριότητες εάν ήταν απαραίτητο. Το 1929, υπό την πίεση διάφορων ηγετών του NSDAP προερχόμενων από τις βιομηχανικά ανεπτυγμένες περιοχές της Γερμανίας, μια ειδική συνεδρίαση της κομματικής διάσκεψης της Νυρεμβέργης του NSDAP αποφάσισε να προχωρήσει στην επέκταση της οργάνωσης των κομματικών συνδικάτων.

Μετά το εκλογικό πισωγύρισμα του NSDAP στις εκλογές του Νοεμβρίου 1932 (από 37% έπεσε στο 33% και δεν μπόρεσε να σχηματίσει κυβέρνηση, έστω συνεργασίας), ο Γκρέγκορ Στράσσερ εξέφρασε την άποψη ότι το κόμμα θα πρέπει να μετακινηθεί από την αντιπολίτευση στην κυβέρνηση χωρίς να επιμείνει στην ανάληψη της θέσης του καγκελαρίου ως κατηγορηματική προϋπόθεση. Το εξήγησε αυτό στον Χίτλερ με ξεκάθαρους όρους. 

Ο Χίτλερ το ερμήνευσε αυτό ως πρόκληση για την εξουσία του και αντέδρασε πολύ αρνητικά. Σύμφωνα με τον Γκέμπελς, ο Χίτλερ ήθελε να αφαιρέσει από τον Στράσσερ κάθε εξουσία, αλλά αυτό δεν ήταν καθόλου εύκολο. Όντας οργανωτικός διευθυντής του Ράιχ, ο Στράσσερ έχαιρε μεγάλου σεβασμού στη βάση του κόμματος. Εθεωρείτο επίσης από τους Γερμανούς βιομηχάνους ως ένας από τους λίγους εθνικοσοσιαλιστές με τους οποίους θα μπορούσε κανείς να συνεργαστεί.

Την παραμονή της πρώτης συνεδρίασης του Ράιχσταγκ, ο Χίτλερ έδωσε εντολή στους βουλευτές του NSDAP να υιοθετήσουν σκληρή γραμμή, υποστηρίζοντας ότι «ποτέ ένα μεγάλο κίνημα δεν νίκησε ακολουθώντας το δρόμο του συμβιβασμού». Ο Στράσσερ, από την πλευρά του, κάλεσε τους κρατικούς επιθεωρητές του NSDAP και υποστήριξε ότι ο Χίτλερ δεν ακολουθούσε μια «σαφή γραμμή» από τον Αύγουστο του 1932, εκτός από το ότι «ήθελε να γίνει καγκελάριος με κάθε κόστος». Δεδομένου ότι δεν υπήρχε καμία ρεαλιστική πιθανότητα να συμβεί αυτό εκείνη τη στιγμή (Νοέμβριος 1932), ο Χίτλερ διακινδύνευε την αποσύνθεση και την παρακμή του κινήματος. 

Υπήρχαν δύο τρόποι για να επιτευχθεί η άνοδος του κόμματος στην εξουσία, υποστήριξε ο Στράσσερ. Η νόμιμη – οπότε ο Χίτλερ θα έπρεπε να είχε αποδεχθεί τη θέση του αντικαγκελάριου και να προσπαθήσει να τη χρησιμοποιήσει ως πολιτικό μοχλό. Και η παράνομη – η οποία θα συνεπαγόταν την προσπάθεια βίαιης κατάληψης της εξουσίας μέσω των SS και των SA. Θα ακολουθούσε τον Φύρερ του σε οποιοδήποτε μονοπάτι, είπε ο Στράσσερ, αλλά δεν ήταν πλέον διατεθειμένος να περιμένει επ' αόριστον.

Αφού έλαβε τις πληροφορίες αυτής της συνάντησης, ο Χίτλερ συναντήθηκε με τους κρατικούς επιθεωρητές στη σουίτα του ξενοδοχείου του για να αντικρούσει τα επιχειρήματα που προέβαλε ο Στράσσερ. Το να γίνει αντικαγκελάριος, είπε, θα οδηγούσε γρήγορα σε θεμελιώδεις διαφορές με τον Πάπεν, ο οποίος θα είχε απορρίψει οποιαδήποτε πρωτοβουλία από την πλευρά του (του Χίτλερ) και έτσι θα έδειχνε ότι ο Χίτλερ ήταν ανίκανος να κυβερνήσει. «Αρνούμαι να ακολουθήσω αυτόν τον δρόμο και εξακολουθώ να περιμένω μέχρι να μου προσφερθεί η καγκελαρία», δήλωσε ο Χίτλερ. «Η μέρα θα έρθει, και πιθανώς νωρίτερα από ό, τι νομίζουμε». 

Ακόμη λιγότερο ελπιδοφόρος ήταν ο παράνομος δρόμος προς την εξουσία, τόνισε, δεδομένου ότι ο Χίντενμπουργκ και ο Πάπεν δεν θα δίσταζαν να εκδώσουν διατάγματα που θα επέτρεπαν στον στρατό να πυροβολήσει κατά των συγκεντρώσεων των εθνικοσοσιαλιστών. Συγκεντρώνοντας όλες τις δυνάμεις πειθούς και μελοδράματος, ο Χίτλερ κατάφερε να εξασφαλίσει την πίστη των κρατικών επιθεωρητών. Πίσω από τα παρασκήνια, μια άλλη συνωμοσία εξυφαινόταν. Έχοντας επίγνωση της θέσης του Στράσσερ, ο στρατηγός Σλάιχερ, πρώην υπουργός Άμυνας υπό τον Πάπεν και νυν καγκελάριος του Ράιχ, προσπάθησε για λίγο να συσπειρώσει τις μετριοπαθείς δυνάμεις στο NSDAP υπό τον Στράσσερ για σχηματισμό κυβέρνησης. Σύστησε τον Στράσσερ στον Χίντενμπουργκ και ο τελευταίος είπε ότι ήταν δεκτικός στην ιδέα. Αλλά ο Στράσσερ απέτυχε να κερδίσει την υποστήριξη των συναγωνιστών του. Το σχέδιο του Σλάιχερ απέτυχε.

Ο Χίτλερ έμαθε για τη μυστική συνάντηση του Στράσσερ με τον Χίντενμπουργκ και είδε τους φόβους του για συνωμοσία να επιβεβαιώνονται. Βρίσκοντας εαυτόν σε πολύ δύσκολη θέση, ο Στράσσερ παραιτήθηκε από όλες τις θέσεις του κόμματός του, εγκατέλειψε την έδρα του στο Ράιχσταγκ και υποσχέθηκε να μείνει μακριά από τον πολιτικό ακτιβισμό για δύο χρόνια. Ήταν εντελώς απομονωμένος. Στις 30 Ιουνίου 1934 («η νύχτα των μεγάλων μαχαιριών») για την ακρίβεια, ο Χίτλερ θα σκότωνε τον Στράσσερ.

Τα χρόνια από το 1927 ως το 1932 ο Στράσσερ εκπροσωπούσε την πιο ριζοσπαστική πτέρυγα εντός της κορυφής του NSDAP (ενώ ο αδερφός του Όττο, ο Στένες και άλλοι εκπροσωπούσαν μάλλον την πιο ριζοσπαστική πτέρυγα της βάσης). Έπαιξε σημαντικό ρόλο στη δημιουργία των εθνικοσοσιαλιστικών συνδικάτων (NSBO) που πολλές φορές απήργησαν από κοινού με τους κομμουνιστές (ειδικά το 1931-32), αλλά ήρθε σε ρήξη με τον Χίτλερ μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1932, γιατί θεωρούσε ότι οι Γερμανοί βιομήχανοι δεν θα δέχονταν ποτέ να δώσουν στον Χίτλερ τη θέση του καγκελαρίου, και πρότεινε είτε το συμβιβασμό με τη θέση του αντικαγκελάριου είτε τον παράνομο αγώνα. (Στον υπολογισμό του αυτόν ο Στράσσερ έπεσε έξω, καθώς τον Ιανουάριο του 1933 οι Γερμανοί βιομήχανοι τελικά δέχτηκαν να δώσουν στον Χίτλερ την καγκελαρία).

Σήμερα, σύμφωνα με την εκτίμηση του τμήματος των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών στο κρατίδιο της Θουριγγίας, οι «εθνικο-επαναστατικές» πολιτικές θεωρίες του Γκρέγκορ Στράσσερ και του μικρότερου αδελφού του Όττο, όπως και οι ιδέες του Ερνστ Ρεμ, ασκούν σημαντική επιρροή στις ιδέες αρκετών σύγχρονων εθνικοσοσιαλιστών. Υπήρχε για πολύ καιρό ένα ισχυρό στρασσερικό ρεύμα εντός του NPD, του οποίου η φαινομενική κοινωνική κριτική και η σοσιαλιστική ρητορική, με πρότυπο τους αδελφούς Στράσσερ, αντηχούν ιδιαίτερα στην ανατολική Γερμανία, όπου οι συνέπειες της παλινόρθωσης του καπιταλισμού μετά το 1990 (μαζικές ιδιωτικοποιήσεις, ανεργία, παραγκωνισμός των ανατολικών εργατών στην αγορά εργασίας) κάνουν τους πολίτες των ανατολικών κρατιδίων πιο ευεπίφορους σε αντικαπιταλιστικές και συνάμα εθνικιστικές ιδέες από ότι στη δυτική Γερμανία.

Συνηθίσαμε την φρίκη και μας τρομάζει η ομορφιά

γράφει ο Κωνσταντίνος Θ. Παπαδογιάννης

Ναι αγαπητοί αναγνώστες και αναγνώστριες, γίναμε παρατηρητές μίας ασχήμιας που ούτε οι μέγιστοι πεσιμιστές διανοούμενοι του περασμένου αιώνα δεν θα μπορούσαν να περιγράψουν με τόση ακρίβεια. Εδώ και δεκαετίες παρακολουθούμε ένα σκηνικό πνευματικής υποδούλωσης και φυλετικής γενοκτονίας να συντελείται σε ολόκληρη την Ευρώπη και έναν λαό αδύναμο να αντιδράσει. Απαθή και βαθιά ενοχικό για πράγματα που δεν θα έπρεπε να είναι και αδιάφορο για σημαντικά όπως η επιβίωση και ο πολιτισμός του. 

Όχι μονάχα η ανάδειξη αυτού αλλά η συνέχεια που οφείλει να του δώσει. Αντ' αυτού το μόνο που διακρίνουμε όσοι δεν ακούμε το καθημερινό κάλεσμα της λήθης τους, είναι η ίδια η μαθηματική τους πορεία προς τον ολότελο αφανισμό. Οι σειρήνες του πολέμου αντηχούν ξανά στην Μέση Ανατολή και το τεταμένο κλίμα δεν θα αργήσει να επισκεφτεί και τον τόπο μας. Υπάρχει κόσμος να αντιμετωπίσει αυτό που έρχεται; Υπάρχουν Ψυχές με ζωντάνια και Ιδανικά; Πόσο αποχαυνώθηκε αυτός ο λαός ... Γιατί ...;

Η κατάρα των προγόνων έχει αρχίσει να εξαπλώνεται στα άψυχα πλέον σώματα των "ρομποτικής" συμπεριφοράς φιλελευθέρων όντων, που δεν δύνανται να εκφράσουν ούτε το παραμικρό στοιχείο Ελληνοπρέπειας στον καθημερινό τους βίο. Η καλοήθης πρόσοψη του τεχνοκρατικού τους οράματος δεν ήρθε με την ανάπτυξη και την εξέλιξη που οι πολλοί θα περίμεναν και διαφήμιζαν. Ο "καλοπροαίρετος" καπιταλισμός έφερε νέους δουλοπάροικους για την υλοποίηση της ατζέντας της ιουδαϊκής ελίτ. Βασίζονται σε μία άμορφη ακαδημαϊκή κοινότητα για να συνθέσουν μία ψευδαίσθηση φροντίδας, ενώ διαιωνίζουν το καταπιεστικό παράδειγμα. 

Είναι το θέατρο του πλουραλισμού, ένας ιλιγγιώδης χορός δημαγωγικής διπλής σκέψης που κατασκευάζει την εντύπωση της μεταρρύθμισης, ενώ παράλληλα επιταχύνει σταδιακά προς τα νεοφεουδαρχικά άκρα. Αυτή η τεχνοκρατική ολιγαρχία δανείζεται την αισθητική και την συνθηματολογία της κοινωνικής δικαιοσύνης, ενώ οι πολιτικές της χτυπούν σκληρά προς τα κάτω, χρησιμοποιώντας την ισότητα και την υπεράσπιση της δημοκρατίας ως όπλο συμμόρφωσης. 

Κάποιοι όμως συνεχίζουν να μην κατανοούν... Έχουν αντιστρέψει την πραγματικότητα μέσω ενός ύπουλου προγράμματος προπαγάνδας και αποπροσανατολισμού. Τα εγκλήματα και οι στερήσεις που επιβλήθηκαν στους ανθρώπους από τις κυρίαρχες τάξεις αναδιατυπώνονται ως αυτοπροκαλούμενες πληγές που μόνο πιο αυταρχικά “διορθωτικά μέτρα” μπορούν να θεραπεύσουν. Η αντίσταση αναδιατυπώνεται ως κοινωνική δυσλειτουργία που απαιτεί τιμωρία. Οι άνθρωποι απογοητευμένοι και θολωμένοι στην σκέψη δεν στρέφουν τον νου τους στην αποκάλυψη της μάσκας του αιώνιου τέρατος. Συντηρούν ένα σύστημα που διατηρεί και επιβραδύνει την εξαφάνιση τους. 

Είναι πλέον οι αρνητές της ομορφιάς! Αν υπάρχει λοιπόν κάτι που μπορούμε να περισώσουμε ας μην το αφήσουμε να χαθεί και αυτό, πετάξτε τον μηδενιστικό τρόπο σκέψης και αντισταθείτε για το Αίμα και την Πίστη σας. Όντας ζώντες είναι τα μόνα που δεν μπορούν να μας στερήσουν!

"Κάθε τι άσχημο αποδυναμώνει και ταλαιπωρεί τον άνθρωπο. Θυμίζει την φθορά, τον κίνδυνο, την ανικανότητα, υποφέρει πραγματικά από απώλεια ενέργειας στην παρουσία του. Η επίδραση του άσχημου μπορεί να μετρηθεί με ένα δυναμόμετρο. Κάθε φορά που ο άνθρωπος αισθάνεται με οποιονδήποτε τρόπο καταθλιπτικός, αισθάνεται την εγγύτητα κάποιου "άσχημου". Το αίσθημα της δύναμης του, η θέληση του για δύναμη, το θάρρος του, η υπερηφάνεια του, μειώνονται με το άσχημο, αυξάνονται με το όμορφο".

Φρίντριχ Νίτσε

Δια χειρός Βασίλη εκ Ξυπετής (ΙV)





Jose Antonio Primo de Rivera - Λόγοι Μάχης


«Εμείς δεν βεβηλώνουμε τα λείψανα των νεκρών μας με κλαψιάρικα άρθρα που θυμίζουν Ιερεμιάδες, ούτε τα χρησιμοποιούμε για να λάβουμε πολιτικά ανταλλάγματα στα δύσοσμα βελουδένια κοινοβουλευτικά έδρανα»

Jose Antonio Primo de Rivera - Λόγοι Μάχης

«Σε αυτές τις εκλογές , ψηφίστε αυτόν που σας φαίνεται λιγότερο κακός, γιατί δεν θα γεννηθεί απ' αυτές η καινούργια Ισπανία, ούτε είναι αυτές ο προορισμός μας. Μοιάζουν σαν την θολή ατμόσφαιρα μιας ταβέρνας στο τέλος μιας νύχτας οργίων. Δεν βρίσκεται εκεί η θέση μας. Πιστεύω ότι είμαι κι εγώ υποψήφιος, αλλά είμαι δίχως πίστη και δίχως σεβασμό. Κι' αυτό σας το λέω τώρα, άσχετα αν κάτι τέτοιο δεν μου αποφέρει ούτε μία ψήφο. Δεν με ενδιαφέρει καθόλου. Εμείς δεν τσακωνόμαστε με τους άλλους για τα ανούσια υπολείμματα ενός βρώμικου συμποσίου. Η θέση μας είναι έξω, στον ελεύθερο αέρα μέσα στην καθαρή νύκτα με το όπλο στον ώμο, ψηλά στ' αστέρια. Οι άλλοι μπορούν να συνεχίσουν ανενόχλητοι τα συμπόσια τους»

Jose Antonio Primo de Rivera - Λόγοι Μάχης

Χασάν Σαλάμα, ο Παλαιστίνιος των Waffen SS


γράφει ο Α.Π.

Ο Χασάν Σαλάμα (1913 - 2 Ιουνίου 1948) ήταν Παλαιστίνιος Άραβας εθνικιστής ηγέτης ανταρτών και διοικητής που ηγήθηκε του Παλαιστινιακού Ιερού Πολεμικού Στρατού (Jaysh al-Jihad al-Muqaddas, αραβικά: جيش الجهاد المقدس) στον πόλεμο της Παλαιστίνης το 1948 μαζί με τον Abdul Qadir al-Husseini.

Ο Σαλάμα γεννήθηκε στο χωριό Qula το 1913 κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας στην Παλαιστίνη. Ήταν ένας από τους ηγέτες των ένοπλων αραβικών ομάδων που πολέμησαν εναντίον των βρετανικών αρχών και των σιωνιστών εποίκων. Συμμετείχε στις βίαιες διαδηλώσεις της Γιάφα το 1933 κατά τη διάρκεια των ταραχών στην Παλαιστίνη το 1933 και έγινε ηγέτης της αραβικής εξέγερσης του 1936-39 στην Παλαιστίνη μετά το θάνατο του Εζεντίν αλ-Κασάμ.

Στην αρχή της εξέγερσης στις αρχές Μαΐου του 1936 του ανατέθηκε να διοικήσει την περιοχή αλ-Λιντ - αλ-Ράμλα - Γιάφα. Σχεδίασε και ηγήθηκε μιας σειράς επιτυχημένων επιχειρήσεων εναντίον των βρετανικών υποχρεωτικών δυνάμεων και των ένοπλων σιωνιστών. Αυτές οι επιχειρήσεις περιελάμβαναν την ανατίναξη σιδηροδρομικών γραμμών και στύλων ηλεκτρικής ενέργειας, την αποκοπή γραμμών επικοινωνίας και την καύση οπωρώνων των σιωνιστών. Το 1938 ο Σαλάμα τραυματίστηκε όταν ανατίναξε ένα τρένο στη γραμμή αλ-Λιντ - Χάιφα. Ο Σαλάμα πολέμησε με το ψευδώνυμο Αμπού Αλί, που σήμαινε "ο πατέρας του Αλί": αυτός ο γιος, ο Αλί, θα γινόταν με τη σειρά του ένας μεγάλος ηγέτης του ένοπλου σκέλους της PLO τη δεκαετία του '70.

Μετά την κατάρρευση της αραβικής εξέγερσης στην Παλαιστίνη και το ξέσπασμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, τον Οκτώβριο του 1939, ο Σαλάμα κατέφυγε μέσω Βηρυτού και Δαμασκού στη Βαγδάτη, μαζί με τον μουφτή της Ιερουσαλήμ Hajj Amin al-Husseini, τα μέλη της Αραβικής Ανώτατης Επιτροπής Jamal al-Husayni, Rafiq al-Tamimi και τους στρατιωτικούς ηγέτες της εξέγερσης Fawzi al-Qawuqji και Arif Abd al-Razzaq. Στο Ιράκ, ο Σαλάμα είχε αποφοιτήσει από το Στρατιωτικό Κολέγιο στη Βαγδάτη μαζί με άλλους διοικητές του Στρατού του Ιερού Πολέμου, συμπεριλαμβανομένων των Abd al-Qadir al-Husayni και 'Abd-al-Rahim Mahmud. 

Η στρατιωτική εκπαίδευσή τους κατέστη δυνατή λόγω της ειδικής σχέσης μεταξύ του μουφτή και της ιρακινής κυβέρνησης. Ο Σαλάμα υποστήριξε τον Rashid Ali al-Gaylani και καθοδήγησε μια ομάδα 165 Παλαιστινίων μαχητών. Συμμετείχε στο φιλογερμανικό και αντιβρετανικό πραξικόπημα του Ρασίντ Αλί το 1941 και στον επακόλουθο αγγλο-ιρακινό πόλεμο.

Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και Επιχείρηση Άτλας

Η επικήρυξη του Σαλάμα από τους Βρετανούς, 1945

Ο Σαλάμα ακολούθησε τον μεγάλο μουφτή al-Husseini στη ναζιστική Γερμανία και έγινε ο ανώτερος βοηθός του και μυστικός πράκτορας των Γερμανών. Ο Σαλάμα κατέφυγε στο Βερολίνο από το Ιράκ ως μέλος της συνοδείας του μουφτή, η οποία περιελάμβανε επίσης τον Fawzi al-Qawuqji. Ο μουφτής και οι βοηθοί του μισθοδοτήθηκαν από τους Ναζί και τους παρασχέθηκε γραφείο και χώρος διαβίωσης κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ο Σαλάμα πήρε μια Γερμανίδα σύζυγο και πέρασε από εκπαίδευση κομάντο και σαμποτάζ, και υπηρέτησε ως μέλος μιας ειδικής μονάδας κομάντο της γερμανικής οργάνωσης εξωτερικών πληροφοριών Amt VI. 

Συμμετείχε στην επιχείρηση ATLAS: τη νύχτα της 6ης Οκτωβρίου 1944, ο Σαλάμα και τέσσερις άλλοι κομάντος (τρεις Γερμανοί Ναΐτες και ένας Παλαιστίνιος Άραβας) έπεσαν με αλεξίπτωτο από ένα γερμανικό Heinkel HeS 3 στην βρετανική Παλαιστίνη πάνω από το Wadi Qelt. Ο εξοπλισμός τους φέρεται να περιελάμβανε εκρηκτικά, υποπολυβόλα, δυναμίτη, ραδιοεξοπλισμό και 5.000 λίρες στερλίνες. 

Είχαν μερικές δηλητηριώδεις κάψουλες που προορίζονταν για την εκκαθάριση των ντόπιων που πιστεύεται ότι συνεργάζονταν με τις βρετανικές αρχές. Ένας από τους Γερμανούς και ο Σαλάμα απέφυγαν τη σύλληψη και κατέφυγαν στην Qula, όπου ένας γιατρός περιέθαλψε το τραυματισμένο πόδι του Σαλάμα. Η επιχείρηση είχε ως στόχο να προμηθεύσει τις τοπικές παλαιστινιακές αραβικές ομάδες αντίστασης με πόρους και όπλα και να κατευθύνει τη δραστηριότητα δολιοφθοράς κυρίως σε εβραϊκούς (και όχι βρετανικούς) στόχους.

1947–1948 Πόλεμος της Παλαιστίνης

Το 1947 ο Σαλάμα επανεμφανίστηκε ως δεύτερος στην ιεραρχία του Στρατού του Ιερού Πολέμου, μιας δύναμης Παλαιστινίων ατάκτων που συνδεόταν με τον Μεγάλο Μουφτή αλ-Χουσεΐνι. Η δύναμη έχει περιγραφεί ως ο «προσωπικός» στρατός του Abd al-Qadir al-Husayni. Ο Σαλάμα είχε ανακτήσει ναζιστικά όπλα που είχαν κρυφτεί στην αιγυπτιακή έρημο κατά τη διάρκεια του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου και στις 8 Δεκεμβρίου 1947, τα χρησιμοποίησε για να επιτεθεί στη συνοικία Hatikva του Τελ Αβίβ. 

Η σιωνιστική στρατιωτική οργάνωση Χαγκάνα είχε εκ των προτέρων πληροφορίες και περίμενε την επίθεση. Μετά από τρίωρη μάχη οι Παλαιστίνιοι υποχώρησαν, ο Σαλάμα έχασε περίπου εκατό άνδρες που σκοτώθηκαν. Ο μουφτής διόρισε τον Σαλάμα στην περιοχή αλ-Λιντ, ο διορισμός αναγνωρίστηκε από τη Στρατιωτική Επιτροπή του Αραβικού Συνδέσμου, ωστόσο αφού ο διοικητής της Γιάφα, Al-Hawwari, ο οποίος διορίστηκε τον Δεκέμβριο του 1947, είχε συναντηθεί ανοιχτά με τους αξιωματικούς της υπηρεσίας πληροφοριών της Χαγκάνα για να συζητήσει την κατάπαυση του πυρός, ο Al-Hawwari καρατομήθηκε από ηγέτης της Γιάφα ως συνεργάτης των σιωνιστών. 

Στις 22 Ιανουαρίου, ο Σαλάμα έφτασε στη Γιάφα επικεφαλής σαράντα Βόσνιων Μουσουλμάνων στρατιωτών, οι οποίοι ήταν έμπειροι στρατιώτες εξοικειωμένοι με την προετοιμασία, τη χρήση εκρηκτικών και την κατασκευή οχυρώσεων, πιθανώς βετεράνοι της μουσουλμανικής μεραρχίας των Waffen SS που είχε στρατολογηθεί από τον μουφτή για τους Ναζί. Ο Σαλάμα παρέμεινε στη Γιάφα για δέκα ημέρες. Ο Σαλάμα ήταν εν μέρει επιτυχής στην οργάνωση πολιτοφυλακής πεντακοσίων ανδρών από τις ένοπλες ομάδες που δραστηριοποιούνταν στη Γιάφα, αν και μερικοί εντάχθηκαν "μόνο στα χαρτιά". 

Σε μια συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στη Δαμασκό στις 5 Φεβρουαρίου 1948, ο Σαλάμα απομακρύνθηκε από τη Γιάφα από τη Στρατιωτική Επιτροπή του Αραβικού Συνδέσμου και η ανάθεσή του στην περιοχή αλ-Λιντ επιβεβαιώθηκε εκ νέου. Ως περιφερειακός διοικητής, ο Σαλάμα οργάνωσε δραστηριότητα κατά μήκος των δρόμων στην περιοχή του, κατά μήκος του δρόμου αλ-Ράμλα - Γιάφα.

Περίπου πεντακόσιοι Βόσνιοι εθελοντές εντάχθηκαν στις τάξεις του στρατού του Σαλάμα και του Abd al-Qadir al-Husayni. Ο Σαλάμα τους γνώριζε από τη βοσνιακή 13η Μεραρχία των SS Handžar («Μαχαίρι») καθώς είχε επιβλέψει την εκπαίδευσή τους στη Γερμανία κατά τη διάρκεια του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου. Οι ξένοι εθελοντές ήταν σημαντικό μέρος της δύναμης του Σαλάμα, δεδομένου ότι οι ντόπιοι Άραβες απέφευγαν να λάβουν μέρος στις μάχες. 

Για παράδειγμα, ο Σαλάμα έπρεπε να χρησιμοποιήσει ξένους εθελοντές για να πραγματοποιήσει μια επίθεση που είχε σχεδιάσει κατά σιωνιστικής αυτοκινητοπομπής στο Rishon Letzion, δεδομένου ότι οι κάτοικοι του Bayt Dajan αρνήθηκαν να τον βοηθήσουν. Κατά τη διάρκεια του Μαρτίου 1948, η υπηρεσία πληροφοριών της Χαγκάνα (η μετέπειτα Μοσάντ) είχε μάθει ότι ο Σαλάμα μαζί με τον ιρακινό διοικητή της αλ-Ράμλα ίδρυσαν αρχηγείο διοίκησης σε ένα τετραώροφο κτίριο κοντά στην αλ-Ράμλα. 

Στις 5 Απριλίου, ο λόχος της ταξιαρχίας Givati διείσδυσε και κατέστρεψε το συγκρότημα, σε μάχη όπου σκοτώθηκαν 25 Άραβες. Ο Σαλάμα δεν τραυματίστηκε, ωστόσο η απόδρασή του θεωρήθηκε «επαίσχυντη». Παρ' όλα αυτά, ο Σαλάμα επέστρεψε στο κατεστραμμένο κτίριο, ανέκτησε τον εξοπλισμό και ίδρυσε το νέο αρχηγείο διοίκησης στο χωριό Yehudia. Υπάρχουν αναφορές ότι ο Σαλάμα χρησιμοποίησε πρώην συμβούλους των Ναζί στον αγώνα του στην Παλαιστίνη.

Αλί Χασάν Σαλάμα, ηγέτης του Μαύρου Σεπτέμβρη και της σωματοφυλακής του Αραφάτ

Ο Σαλάμα ήταν μέλος του Παλαιστινιακού Αραβικού Κόμματος. Τραυματίστηκε στη μάχη του Ra's al-'Ayn και πέθανε στις 2 Ιουνίου 1948. Η "Ιστορία της Χαγκάνα" τον χαρακτηρίζει ως έναν από τους πιο θαρραλέους ηγέτες του παλαιστινιακού αντάρτικου. Ήταν ο πατέρας του Αλί Χασάν Σαλάμα, αρχηγού της Οργάνωσης "Μαύρος Σεπτέμβρης". 

Ο Αλί θεωρείται ως ο κυρίως υπεύθυνος για τη σφαγή του Μονάχου στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1972, αλλά και διοικητής της "Δύναμης 17", της προσωπικής σωματοφυλακής του Γιασέρ Αραφάτ. Λέγεται ότι ο Αλί ήταν αυτός που στρατολόγησε τον Imad Mughniyeh, τον μετέπειτα στρατιωτικό ηγέτη της Χεζμπολάχ που ευθύνεται για την ήττα του σιωνιστικού στρατού στον πόλεμο του Λιβάνου το 2006.

Τι είναι ο ευρωπαϊκός Ιουδαιο-εθνικισμός



του Cas Mudde, μετάφραση Α. Π.

Μια γρήγορη ματιά στην τρέχουσα άνοδο του «αντι-αντισημιτισμού» σε μεγάλο μέρος της Δυτικής Ευρώπης.

Στη μεταπολεμική Δυτική Ευρώπη, που ορίστηκε από το Ολοκαύτωμα αλλά και που εξακολουθεί να είναι βαθιά αποικιοκρατική, ο αντισημιτισμός έχει γίνει ο κύριος (μοναδικός) δείκτης ρατσισμού γενικά, και της ακροδεξιάς ειδικότερα.

Σοβαρά ακροδεξιά κόμματα στη Δυτική Ευρώπη το κατάλαβαν γρήγορα αυτό και έμειναν μακριά τόσο από τον αντισημιτισμό όσο και από τον αντισιωνισμό (τουλάχιστον ρητά).

Στην «τρίτη φάση» (1980-2000) της μεταπολεμικής ακροδεξιάς, αρκετά κόμματα ανέπτυξαν φιλοεβραϊκή ή φιλο-ισραηλινή θέση (π.χ. το βελγικό Vlaams Belang), μερικές φορές ακόμη και φλερτάροντας με τον φιλοσημιτισμό (ο οποίος συχνά μοιράζεται αντισημιτικούς τροπισμούς).

Στον απόηχο της ευρέως διαδεδομένης ισλαμοφοβικής απάντησης στις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, ο "αντι-αντισημιτισμός" και η ισλαμοφοβία άρχισαν να αλληλεπικαλύπτονται σημαντικά.

Ταυτόχρονα με τον «ομοεθνικισμό» και τον «φεμοεθνικισμό» (εθνικισμοί με φιλο-ΛΟΑΤΚΙ και φιλο-φεμινιστική ρητορεία) προέκυψε ένα είδος «ιουδαιοεθνικισμού», στον οποίο οι «Εβραίοι» (ή/και το Ισραήλ) έγιναν δεκτοί ως μέρος του «εμείς», ως υπερασπιστές της «Δύσης» ενάντια (μόνο) στους μουσουλμάνους.

Όπως και με τον ομοεθνικισμό και τον φεμοεθνικισμό, ο υπαρκτός αντισημιτισμός των μη μουσουλμάνων «ντόπιων» Ευρωπαίων συχνά αγνοήθηκε ή ελαχιστοποιήθηκε. Αντίθετα ο - υποτιθέμενος - αντισημιτισμός των μουσουλμάνων έγινε σλόγκαν στο στόμα της νέας αυτής φιλοσιωνιστικής ακροδεξιάς της Ευρώπης.

Ήταν επίσης στον απόηχο της 11ης Σεπτεμβρίου που ο όρος «ιουδαιο-χριστιανισμός» έγινε ευρέως διαδεδομένος, ένας όρος που δεν έχει ιστορικό ή ουσιαστικό νόημα και έχει ρίζες στη μεταπολεμική ακροδεξιά.

Καθώς η ακροδεξιά αύξησε τα ποσοστά της, όσον αφορά τις ιδέες και τα κόμματα, έγινε πιο ενεργητική. Άρχισαν να εργαλειοποιούν τον (υποτιθέμενο) αντισημιτισμό τόσο για να επιτεθούν στους μουσουλμάνους (και την αριστερά) όσο και για να κυριαρχήσουν οι ίδιοι.

Τα ακροδεξιά κόμματα άρχισαν επίσης να φλερτάρουν ενεργά με εβραϊκές και ισραηλινές οργανώσεις, χρησιμοποιώντας τον «ιουδαιο-εθνικισμό» και τις «ιουδαιο-χριστιανικές» αξίες, σε μια προσπάθεια να ενσωματωθούν περαιτέρω και να κανονικοποιηθούν - με σημαντική επιτυχία, ιδιαίτερα στους κύκλους του Λικούντ (κόμμα Νετανιάχου). Ως γνωστόν η περίοδος της προεδρίας Νετανιάχου στο Λικούντ είναι η περίοδος που το κόμμα αυτό ανέπτυξε ενεργές σχέσεις με κόμματα, οργανισμούς και ηγέτες της ακροδεξιάς του δυτικού ημισφαιρίου όπως το γερμανικό AfD, το πολωνικό PiS, το διεθνές CPAC, ο Ορμπάν, η Μελόνι, ο Τραμπ, ο Μπολσονάρο, η Λεπέν, ο Μιλέι, ο Βίλντερς.

Καθώς οι ακροδεξιές αφηγήσεις έγιναν πιο mainstream, η εργαλειοποίηση του (αντι)αντισημιτισμού εξαπλώθηκε μέσω της επικρατούσας τάσης - κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά, μεταξύ της κυρίαρχης δεξιάς (σκεφτείτε π.χ. τη ρητορική περί «ισλαμο-αριστερισμού» που χρησιμοποιεί ο Μακρόν ενάντια στους πολιτικούς του αντιπάλους, ξεκάθαρα επηρεασμένος - όσο κι αν δεν το παραδέχεται - από τον ακροδεξιό διανοητή Μισέλ Ουελμπέκ).

Και καθώς η ισλαμοφοβία της ραγδαία αναδυόμενης ακροδεξιάς γινόταν όλο και πιο θρασεία, ο φιλοσιωνισμός τους έπρεπε να γίνει κι αυτός πιο θρασύς – για να «αποδείξουν» ότι δεν ήταν «ρατσιστές» (ή, ακόμα, ότι οι «αντιρατσιστές» αριστεροί ήταν οι πραγματικοί ρατσιστές – άλλο ένα ακροδεξιό αφήγημα).

Στις παραπάνω παρατηρήσεις δεν αρνούμαστε το υπαρκτό πρόβλημα του αντισημιτισμού στην Ευρώπη και πέραν αυτής, σε όλο το πολιτικό φάσμα. Αντίθετα, υποστηρίζουμε ότι μεγάλο μέρος της νεοφανούς ευρωπαϊκής «αντίθεσης στον αντισημιτισμό» δεν είναι καθόλου «αντιρατσιστικό» (και συχνά περιλαμβάνει ρατσιστικά/ισλαμοφοβικά αφηγήματα και τροπισμούς).

Το φαινόμενο Καρυστιανού

 

γράφει ο Μαυρομετωπίτης

Το τελευταίο διάστημα, την προσοχή της κοινής γνώμης, συγκεντρώνει το πρόσωπο της χαροκαμένης μητέρας Μαρίας Καρυστιανού. Όντας μητέρα ενός εκ των θυμάτων των Τεμπών, η κ. Καρυστιανού ξεκινάει από την σωστή αφετηρία. Μετατρέπει τον πόνο της σε Οργή και την θλίψη της σε Θέληση, ξεκινώντας έναν πραγματικά πεισματικό αγώνα για να τιμωρηθούν οι υπαίτιοι του εγκλήματος (διότι περί αυτού πρόκειται) που δεν είναι άλλοι από την μεγαλοαστική μούργα της Νέας Δημοκρατίας. 

Τα «Τέμπη» δεν ήταν απλά ένα ατύχημα, ούτε ένα τυχαίο τραγικό περιστατικό. Ήταν το αποτέλεσμα του συστήματος στο οποίο ζούμε. Το αστικό, καπιταλιστικό κράτος δεν νοιάζεται για την ανθρώπινη ζωή! Νοιάζεται μόνο για τα κέρδη και την λειτουργικότητα! Στις καπιταλιστικές δημοκρατίες ο άνθρωπος και η υπόσταση του δεν έχουν καμία σημασία. Το μόνο που έχει σημασία είναι το κεφάλαιο, οι επενδύσεις και οι μετοχές! Όλα αυτά μας αποδεικνύουν ότι η Δημοκρατία σκοτώνει και ότι πολύ σωστά οι υπεύθυνοι για την τραγωδία των Τεμπών αναζητούνται ανάμεσα στα ευθυνόφοβα και δειλά ανθρωπάκια της κυβερνητικής συμμορίας.

Ο αγώνας και το πείσμα της κ. Καρυστιανού και των υπόλοιπων συγγενών των θυμάτων είναι πραγματικά αξιοθαύμαστος. Διότι παρά τα Τείχη που σηκώνει ένα ολόκληρο σύστημα, από την στημένη Δικαιοσύνη μέχρι τους διεφθαρμένους Υπουργούς, εκείνοι επιμένουν, συνεχίζουν, δεν το βάζουν κάτω, πιστεύουν και διεκδικούν. Η Καρυστιανού ενσαρκώνει ένα πρότυπο αγωνίστριας γυναίκας! Μίας γυναίκας η οποία δεν ενδιαφέρεται μόνο για την κοκεταρία της, μίας γυναίκας η οποία δεν κάθεται στα αυγά της ανάβοντας καντήλια στην εκκλησία ή μαγειρεύοντας στην κουζίνα της, αλλά μίας γυναίκας η οποία παρεμβαίνει, έχει άποψη, παλεύει και εν τέλει κατορθώνει να εκθέσει την πλουτο-δημοκρατική κλίκα! 

Μίας γυναίκας την οποία τόσο θαυμάζει ο Φασισμός και την οποία σίγουρα οι μαχητές των Μαύρων και των Καφέ Πουκαμίσων θα επαινούσαν αν ζούσαν! Η ανυπαρξία του εθνικιστικού χώρου για μία ακόμη φορά πασίδηλη, αφήνοντας την Κυρία να γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης από την Αριστερά και τον φεμινισμό. Η διαχρονική ανικανότητα του εθνικιστικού χώρου να θέσει την άποψη του και να παρέμβει με δυναμισμό στα κοινωνικά θέματα και μαζί η καθυστερημένη ακροδεξιά αντίληψη που «αγριοκοιτάζει» την γυναίκα με πολιτικές αντιλήψεις, μας καθιστούν ακόμη μία φορά τους ηττημένους της υπόθεσης!

ΠΡΟΣΟΧΗ ΟΜΩΣ! Όπως προαναφέρθηκε η αφετηρία της κ. Καρυστιανού είναι σωστή και ο μέχρι τώρα αγώνας της αξιέπαινος. Ωστόσο υπάρχει μία ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στην δική μας επαναστατική αντίληψη και τα νομικίστικα φληναφήματα. Η αστικό - δημοκρατική μαφία δεν θα πέσει ούτε με υπογραφές, ούτε με κλάματα, ούτε με ομιλίες στο ευρωκοινοβούλιο, ούτε με συναισθηματισμούς! Θα πέσει με επαναστατικό αγώνα, εξέγερση, λαϊκή κινητοποίηση και την αποφασιστική βούληση μιάς επαναστατικής ηγεσίας! Διότι μόνο με Εξέγερση που συνοδεύεται από Συνείδηση αλλάζουν οι καταστάσεις και ανατρέπονται τα καθεστώτα! 

Και την εξέγερση σίγουρα δεν μπορούν να την φέρουν ο ΣΥΡΙΖΑ, οι αριστέρες γκρούπες, οι κωμικοτραγικές φεμινιστικές λέσχες, το Rosa και τα  instagram accounts! Την Εξέγερση η οποία θα μετατραπεί σε Επανάσταση θα την φέρουν οι δυνάμεις που εναντιώνονται στο Σύστημα. Και αυτές οι δυνάμεις είναι πολύ ευδιάκριτες είτε εξ΄αριστερών, είτε εκ δεξιών. Μάλιστα πολλές φορές οι δύο πόλοι φέρουν αρκετά κοινά σημεία. Ας μη πέφτουν λοιπόν στην παγίδα η κ. Καρυστιανού, οι συγγενείς των θυμάτων και η μεγάλη μερίδα του Λαού που παρουσιάζει αισθήματα συμπάθειας για τον αγώνα των πληγέντων.

Οτιδήποτε πλήττει το Σύστημα, οτιδήποτε εκθέτει τα τρωτά του σημεία είναι Υπέρ μας! Από εκεί και περά, είναι δουλειά των επαναστατών να ρίξουν το τελειωτικό χτύπημα στον παρλιαμενταρικό κύκλωπα και να γκρεμίσουν συθέμελα το Αντεθνικό κράτος της εκμετάλλευσης, ορθώνοντας στην θέση του ένα Εθνικό, Λαϊκό Καθεστώς υπέρ της Πατρίδας, της Εθνικής Ελευθερίας και της Κοινωνικής Δικαιοσύνης!

Gregor Strasser: Εργασία και Ψωμί («Μαύρες Λεγεώνες»)


Gregor Strasser: Εργασία και Ψωμί

Το παρακάτω ιστορικό άρθρο δημοσιεύτηκε την 19η Νοεμβρίου 2021 στο ιστολόγιο «Μαύρες Λεγεώνες» το οποίο μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Ο Γκρέγκορ Στράσσερ ο οποίος προσχώρησε στο NSDAP το φθινόπωρο του 1922 ήταν ένα από τα πιο ταλαντούχα και σημαντικά στελέχη του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος. Θεωρούμενος δεύτερος μόνο μετά τον Χίτλερ είχε κατορθώσει την εξής σειρά επιτευγμάτων: 

έγινε ηγέτης των SA της Κάτω Βαυαρίας  τον Μάρτιο του 1923, Gauleiter  της Κάτω Βαυαρίας τον Μάρτιο του 1925, Reichspropagandaleitung (υπεύθυνος προπαγάνδας) τον Σεπτέμβριο του 1926, Reichsorganisationsleiter (υπεύθυνος οργάνωσης) τον Ιανουάριο του 1928, έγινε μέλος του Βαυαρικού Landtag τον Απρίλιο του 1924 και εξελέγη στο Ράιχσταγκ ως εκπρόσωπος της Βόρειας Βεστφαλίας τον Δεκέμβριο του 1924 (έδρα την οποία κράτησε μέχρι την παραίτηση του). 

Ήταν ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του NSDAP στα οικονομικά ζητήματα συνεργαζόμενος στενά με τον Otto Wagener, ο οποίος ήταν πρόεδρος του τμήματος Οικονομικής Πολιτικής του NSDAP και με τον Walter Funk, μέλος του οικονομικού συμβουλίου του Κόμματος. 

Σε αυτά τα πλαίσια δόθηκε η ακόλουθη ομιλία του στις 10 Μαΐου 1932 η οποία αναδημοσιεύθηκε και διανεμήθηκε από το Κόμμα σε μορφή φυλλαδίου αποτελώντας την βάση για το «Οικονομικό Πρόγραμμα Εκτάκτου Ανάγκης» που ήταν η δήλωση των οικονομικών αρχών του NSDAP εν΄όψει των εκλογών του Ιουλίου του 1932. 

Η ομιλία «Εργασία και Ψωμί» θεωρείται ίσως η πιο σημαντική εργασία του Γκρέγκορ Στράσσερ αφού σε αυτήν εκθέτει ξεκάθαρα το όραμα ενός εθνικοσοσιαλιστικού αντικαπιταλισμού υποστηρίζοντας την αυτάρκεια, ένα πρόγραμμα πλήρους απασχόλησης των εργαζομένων και την υψηλή παρέμβαση του κράτους στην οικονομία. 

Η ομιλία έχαιρε μεγάλης αναγνώρισης εκείνη την εποχή προκαλώντας το ενδιαφέρον των ηγετών των συνδικαλιστικών οργανώσεων και εγκωμιάστηκε δημόσια από τον Καγκελάριο Bruning.

Εξαντλήθηκε και επανακυκλοφορεί:

Θα το βρείτε από τις εκδόσεις «Λόγχη»

www.logxi.com

2103611590

info@logxi.com

Βιβλιοπαρουσίαση στον σύνδεσμο εδώ ...

ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΨΩΜΙ

Τα έκτακτα διατάγματα είναι το μόνο όπλο του παρόντος συστήματος!

Την τελευταία φορά που μίλησα εδώ τον Οκτώβριο του 1930 ξεκαθάρισα τους λογαριασμούς μας με το Σύστημα και βασισμένος στην εκλογική μας νίκη τον Σεπτέμβρη του 1930 ανακοίνωσα τις βασικές αρχές εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος. Από τότε τίποτα δεν έχει αλλάξει, τίποτα απολύτως! Το μόνο καινούργιο μας βίωμα είναι το νέο όπλο του συστήματος που λέγεται έκτακτο διάταγμα. 

Κατά τα άλλα δεν έχει προκύψει καμία νέα και κυρίως καμία λυτρωτική ιδέα στις πολιτικές εξελίξεις. Την αιτία για όλο αυτό την βρίσκω στο ότι οι κυβερνώντες της Γερμανίας περιορίστηκαν στο να επικεντρώσουν όλη την πολιτική τους προσπάθεια στην καταστολή και τον αποκλεισμό από την εξουσία των εθνικών και κοινωνικών δυνάμεων που ενυπάρχουν στον εθνικοσοσιαλισμό όπως και στο γεγονός ότι η κυβέρνηση αναγνωρίζει μόνο έναν αγώνα: τον αγώνα εναντίον μας και όχι τον αγώνα για τα συμφέροντα του γερμανικού λαού.

Όλες οι ενέργειες της κυβέρνησης κατά την τελευταία προεκλογική εκστρατεία, όλη η προπαγάνδα και όλα τα μέσα που διατίθενται για να επηρεάσουν τον λαό αφιερώθηκαν στο να μας συκοφαντούν. Δεν έγινε καμία αναφορά στις ενδιάμεσες επιτυχίες της κυβέρνησης.

Η πρόσφατη δήλωση του Καγκελαρίου του Ράιχ ότι η ανάληψη της εξουσίας από τους εθνικοσοσιαλιστές θα συνεπαγόταν αυτόματα χάος, πληθωρισμό και εμφύλιο πόλεμο από πολιτικής σκοπιάς είναι επικίνδυνη αφού δεν υπάρχει κανείς που να αμφιβάλλει ότι η λύση του μεγάλου γερμανικού προβλήματος δεν θα επέλθει χωρίς την συγκατάθεση μας και την βοήθεια μας.

Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ.

Παρά την άνευ προηγουμένου αντίσταση όλων των ανθρώπων που εμπλέκονται στο σύστημα Bruning και όλων των ανδρών της κυβέρνησης οι τελευταίες εκλογές επέφεραν την αδιάκοπη και ακαταμάχητη άνοδο του κινήματος. Νομίζω είναι καιρός οι Γερμανοί αξιωματούχοι να βγάλουν τα κομματικά γυαλιά και να ρίξουν μια προσεκτική ματιά στους λόγους της ανόδου μας.

Όταν κάποιοι ισχυρίζονται πεισματικά πως η άνοδος των εθνικοσοσιαλιστών οφείλεται στην εκτεταμένη δυσαρέσκεια του γερμανικού λαού τότε πρέπει να τους ρωτήσω από που προέρχονται όλοι αυτοί οι δυσαρεστημένοι άνθρωποι και γιατί είναι δυσαρεστημένοι; Προφανώς φταίνε τα κυβερνητικά κόμματα και η κυβέρνηση που υποστηρίζεται από αυτά.

Αλλά αυτό δεν αποτελεί επαρκή εξήγηση. Δεν αρκεί καν να πω ότι ο λόγος της ανόδου του κινήματος μας είναι το πρόσφατα αφυπνισμένο εθνικό συναίσθημα που έχοντας καταπνιγεί ανόητα και εξωφρενικά τόσα χρόνια αναπτύσσεται όλο και πιο έντονα τώρα. Εδώ εμπλέκονται πολλά περισσότερα.

Η άνοδος του εθνικοσοσιαλιστικού κινήματος είναι η διαμαρτυρία ενός λαού ενάντια σε ένα κράτος που του αρνείται το δικαίωμα στην εργασία και την αποκατάσταση της φυσικής του διαβίωσης. Είναι η διαμαρτυρία ενάντια σε ένα κράτος που επιτρέπει και επιβάλει ένα οικονομικό σύστημα που παραποιεί τη φυσική παραγωγικότητα, καίει το σιτάρι, πετάει τον καφέ στην θάλασσα, συσσωρεύει ανόητα βασικά προϊόντα και όλα αυτά μόνο για να ανέβουν οι τιμές και τα κέρδη του χρηματιστηρίου.

Κύριοι κομμουνιστές πάντοτε μου άρεσε η συζήτηση και κανείς δεν μπορεί να μου χρεώσει ότι αποφεύγω την καυστική πολιτική διαφωνία. Ωστόσο τώρα που θα μιλήσω για τα επείγοντα προβλήματα της Γερμανίας και ειδικά για την ανάγκη δημιουργίας θέσεων εργασίας έχω το δικαίωμα να απαιτήσω τον σεβασμό σας.

Πρέπει να ισχυριζόμαστε σταθερά και να θυμόμαστε ακράδαντα (η ικανότητα να πράττουμε έτσι είναι εδραιωμένη στον εσωτερικό πυρήνα της σκέψης του γερμανικού λαού) ότι ο καλός Θεός επιτρέπει μια ποικιλία καλλιεργήσιμων ειδών σε όλο τον κόσμο προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες της ανθρωπότητας. Εάν η σημερινή παγκόσμια οικονομία δεν μπορεί να διανείμει δίκαια τον πλούτο της φύσης τότε αυτό το σύστημα είναι λάθος και πρέπει να αλλάξει για να ζήσουν οι άνθρωποι!

Ο γερμανικός λαός διαμαρτύρεται ενάντια σε μία οικονομική τάξη που σκέφτεται μόνο με όρους χρήματος, κέρδους και μερισμάτων και που έχει ξεχάσει να σκέφτεται την εργασία και τα επιτεύγματα.

Η μεγάλη αντικαπιταλιστική λαχτάρα (όπως αρέσκομαι να την αποκαλώ) που έχει κυριεύσει τον λαό μας, που έχει ήδη πείσει ίσως το 95% του λαού συνειδητά ή ασυνείδητα, δεν είναι μια απόρριψη της ιδιοκτησίας γενικότερα, ακόμη και αυτής που έχει αποκτηθεί ηθικά με κόπο και θυσία. Δεν έχει πάνω από όλα καμία σχέση με τις παράλογες, αντι-παραγωγικές και καταστροφικές τάσεις της Κομιντέρν. 

Είναι η διαμαρτυρία των εργαζομένων εναντίον ενός εκφυλισμένου συστήματος οικονομικής σκέψης. Απαιτεί από το κράτος να διακόψει τις σχέσεις του με τους «δαίμονες» του χρυσού, της παγκόσμιας οικονομίας και του υλισμού. Απαιτεί από το κράτος να πάψει να σκέφτεται αποκλειστικά με στατιστικούς όρους της Reichsbank και απαιτεί να βρεθεί ένας τρόπος ο οποίος θα εξασφαλίζει μία τιμητική απόδοση για την έντιμη εργασία.

Η μεγάλη αντικαπιταλιστική λαχτάρα αποδεικνύει ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μία μεγάλη, μία θαυμάσια καμπή: το γκρέμισμα του φιλελευθερισμού και την άνοδο ενός νέου είδους οικονομικής σκέψης και μίας νέας αντίληψης γύρω από το κράτος.

ΤΟ ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΛΗΡΟΥΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ.

Έχω δηλώσει ότι η ανεργία και η ανάγκη παροχής εργασίας είναι τα πιο επείγοντα προβλήματα και θέλω δράττοντας την ευκαιρία να παρουσιάσω στον γερμανικό λαό τα σχέδια και τις ιδέες που αναπτύξαμε εμείς οι εθνικοσοσιαλιστές σχετικά με τα ζητήματα αυτά τους προηγούμενους μήνες. Λέμε εδώ και χρόνια πως τα ακόλουθα προβλήματα είναι επίμαχα για την Γερμανία: η βελτίωση της οικονομικής κατάστασης των αγροτών, η αναγκαιότητα της εσωτερικής επανεγκατάστασης, η μείωση της μετανάστευσης προς την πόλη, η ανάκαμψη του εμπορίου και του νομισματικού συστήματος, η αύξηση της εσωτερικής παραγωγής η οποία συμβαδίζει με την κλειστή οικονομία, η εξασφάλιση επαρκούς προμήθειας τροφίμων, η οργάνωση της εθνικής εργασίας, η δημιουργία εσωτερικής αγοράς με την συνεργασία της βιομηχανίας, η αναθεώρηση του κτηματολογικού νόμου και ίσως το πιο σημαντικά από όλα, αυτό που αποκαλώ «καθήκον στην εργασία» και «καθήκον παροχής τροφίμων» δηλαδή η υποχρέωση του Γερμανού να αφιερώσει όλη του την προσπάθεια για την κάλυψη των αναγκών του έθνους. Απαιτούμε την βαθμολόγηση και την αποτίμηση του ατόμου σύμφωνα με την έκταση των επιτευγμάτων του. Το αν εργάζεται ως μυστικοσύμβουλος ή ανειδίκευτος εργάτης δεν έχει καμία σημασία.

Για να επιστρέψουμε στην παροχή εργασίας και στο πραγματικό πρόγραμμα πλήρους απασχόλησης πρέπει να ξεκαθαρίσουμε στο μυαλό μας κάτι που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις σημερινές αντιλήψεις: Υπάρχουν στον κόσμο δύο αιώνιες αρχές από τις οποίες πηγάζουν όλα όσα χρειαζόμαστε, ότι έχουμε και ότι μπορούμε να δημιουργήσουμε - οι φυσικοί πόροι και η εργασία. Με άλλα λόγια όλες οι δηλώσεις ότι «το κεφάλαιο δημιουργεί εργασία» είναι ψευδείς.

Η ΕΡΓΑΣΙΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΚΕΦΑΛΑΙΟ!

Δύο πράγματα είναι απαραίτητα για να μπορέσει να προσεγγίσει κανείς επαρκώς το ζήτημα της παροχής εργασίας. Πρώτον το άρθρο 163 του συντάγματος της Βαϊμάρης πρέπει να αλλάξει. Νομίζω ότι δείχνει τη συνειδητή δειλία της συντακτικής συνέλευσης η φράση «κάθε Γερμανός πρέπει να έχει δικαίωμα στην εργασία». Η φράση αυτή εκφράζει την αδυναμία και την απροθυμία αυτών των ανθρώπων να κατευθύνουν το κράτος και την οικονομία σύμφωνα με τις οργανικές αρχές και να δώσουν δουλειά σε όποιον ειλικρινά επιθυμεί να εργαστεί. Το άρθρο 163 πρέπει να αλλάξει έτσι ώστε να λέει «κάθε Γερμανός πρέπει να έχει δικαίωμα στην εργασία εφόσον είναι ειλικρινά πρόθυμος να εργαστεί». 

Το άρθρο 163 του συντάγματος το οποίο ρυθμίζει το δικαίωμα στην εργασία πρέπει να συμπληρωθεί με το αίτημα που διατύπωσα νωρίτερα: την αξιοποίηση της εργασίας για το συλλογικό όφελος. Από την εργασία προέρχονται τα απαραίτητα είδη διαβίωσης: τροφή, στέγη, ρούχα, φως και ζεστασιά. Η εργασία και όχι το κεφάλαιο είναι ο πλούτος ενός λαού. Τα πάντα πηγάζουν από την εργασία!

Επομένως όταν το κράτος βρίσκεται αντιμέτωπο με το πρόβλημα της παροχής εργασίας δεν πρέπει ποτέ να αναρωτιέται «υπάρχουν χρήματα;». Η μόνη ερώτηση η οποία πρέπει να θέσει είναι «πως πρέπει να διατεθούν τα χρήματα». Χρήματα υπάρχουν πάντα για την παροχή απασχόλησης το μόνο πρόβλημα θα είναι η επέκταση της πίστωσης η οποία είναι απολύτως δικαιολογημένη για την παραγωγικότητα της οικονομίας. Αυτό που λέμε είναι τόσο βάσιμο όσο και ο πληθωρισμός σας και τόσο ασφαλές όσο και οι ρωσικές πιστώσεις σας μάλιστα ασφαλέστερο από τα χρήματα που χρησιμοποιήσατε για τη σταθεροποίηση των γερμανικών τραπεζών. Στο ζήτημα της παροχής εργασίας το ερώτημα δεν μπορεί παρά να είναι: από που να ξεκινήσουμε; Πρέπει να βρεθεί το σημείο εκκίνησης. Επ' αυτού πρέπει να ειπωθούν τα εξής. 

Για την ικανοποίηση της πιο σημαντικής από τις ανθρώπινες ανάγκες, της ανάγκης για τροφή, η Γερμανία εξακολουθεί να εξαρτάται από ξένες χώρες. Αλλά σε τελευταία ανάλυση ένας λαός που εξαρτάται από ξένες χώρες δεν είναι ποτέ σε θέση να λύσει τα διεθνή του προβλήματα και να αποκτήσει την ελευθερία του. Με άλλα λόγια: πρέπει να καταστήσουμε εφικτή την παραγωγή σε γερμανικό έδαφος για την επιβίωση ολόκληρου του λαού. Θα έπρεπε να το είχαμε κάνει ήδη προτού φτάσουμε στα σημερινά επίπεδα ανεργίας. Θα έπρεπε να το είχαμε κάνει ως απάντηση στην Συνθήκη των Βερσαλλιών η οποία περιόρισε τον ζωτικό μας χώρο και συνεπώς κατέστησε αυτομάτως αναγκαία την αναδιοργάνωση της γεωργικής παραγωγής. 

Επιπλέον χρειαζόμαστε στην Γερμανία μια μεγάλης κλίμακας στεγαστική και πληθυσμιακή πολιτική, δηλαδή την εκκένωση των μεγάλων πόλεων. Οι πόλεις συρρικνώνονται ήδη, γεγονός που αποδεικνύει ότι η εγγενής δύναμη των ανθρώπων, το ασυνείδητο συναίσθημα αρχίζει να ακολουθεί τον σωστό, φυσικό, οργανικό δρόμο. Δεν χρειάζεται να διερευνήσω περαιτέρω αυτό το ζήτημα και τις προεκτάσεις του. Σε τελευταία ανάλυση το στεγαστικό πρόβλημα είναι το μεγαλύτερο κοινωνικό πρόβλημα και είναι αδύνατον για ένα άτομο το οποίο ζει σε μία φρικτή, κρύα, σκοτεινή τρύπα ενός διαμερίσματος μεγάλης πόλης να έχει κάποια ενσυναίσθηση των πολιτικών αναγκών του λαού. Πρέπει να βοηθήσουμε να βελτιωθεί η ζωή αυτών των ανθρώπων χτίζοντας οικιστικές αναπτύξεις που θα αποτελούν ιδιωτικές οικίες.

Η κατεύθυνση προς την οποία πρέπει να κινηθούν τα ελεύθερα επαγγέλματα στην Γερμανία φαίνεται ξεκάθαρα. Μας την προδιαγράφει η ίδια μας η οικονομία και οι ανάγκες του λαού μας: αύξηση της παραγωγής τροφίμων και επίτευξη κατασκευαστικών έργων τα οποία θα οδηγήσουν σε μια εξαιρετική τόνωση της αγοράς εργασίας αυξάνοντας έτσι την αγοραστική δύναμη. Για την οικοδόμηση των οικιστικών αναπτύξεων θα επαναπροσληφθούν άνεργοι οι οποίοι θα πληρωθούν με μισθό. Αλλά για να το πετύχουμε αυτό πρέπει καταρχήν να απορρίψουμε έναν κανόνα που διέπει συχνά τις συναλλαγές του Οικονομικού Συμβουλίου. Εννοώ το σύνθημα περί «εσφαλμένης κατεύθυνσης κεφαλαίων». Υπάρχουν ακόμη άνθρωποι εντελώς μολυσμένοι με την φιλελεύθερη σκέψη που διακηρύττουν: εάν δημιουργήσουμε περισσότερες θέσεις εργασίας μέσω διευρυμένης πίστωσης ή διευρύνοντας την προσφορά χρήματος σε έναν τομέα της γερμανικής οικονομίας τότε τα χρήματα αυτά θα λείψουν από έναν άλλο τομέα.

Για τον σύγχρονο άνθρωπο αυτή η άποψη είναι αδιανόητη αφού η εργασία δημιουργεί νέα εργασία βρισκόμενη σε μια συνεπή και συνεχή εξέλιξη.  Οποιοσδήποτε απασχολούμενος αποτελεί μία ακόμη οικονομική μονάδα επομένως δεν μπορεί να υπάρξει «λανθασμένο κεφάλαιο». Θα σας πω πως πιστεύω ότι μπορεί να επιτευχθεί η χρηματοδότηση. Χρειαζόμαστε την εξοικονόμηση πόρων από την ελάφρυνση της ανεργίας, τα πρόσθετα φορολογικά έσοδα που θα προκύψουν από την επαναφορά της οικονομίας σε λειτουργία, κάποια πληρωμή από τον ίδιο τον δικαιούχο και τα υπόλοιπα θα τα αποκτήσουμε με μία παραγωγική δημιουργία κεφαλαίων.

Υπάρχει αρκετή γη στην Γερμανία. Οκτώ και ένα δεύτερο εκατομμύρια στρέμματα μπορούν να διατεθούν προς αποξήρανση. Τα δύο εκατομμύρια στρέμματα βαλτότοπων και το ένα εκατομμύριο που κάποτε καλλιεργούνταν αλλά τώρα βρίσκεται σε αγρανάπαυση - όλα αυτά καθιστούν δυνατή σε στρογγυλούς αριθμούς την απασχόληση ενός εκατομμυρίου ανέργων για πέντε χρόνια με κανονικούς μισθούς αν εφαρμοστεί υποχρεωτική εργατική υπηρεσία. Πραγματικά εκπλήσσομαι όταν άνθρωποι της ηλικίας μου που υπερασπίζονταν επί τέσσερα χρόνια με κίνδυνο την ζωή τους τα γερμανικά σύνορα αντιστέκονται στην ιδέα ένας εικοσάχρονος Γερμανός να εργαστεί υποχρεωτικά για τον λαό του για έναν χρόνο.

Οι κύριοι της αριστεράς αντιτίθενται στην υποχρεωτική εργασία όχι επειδή ως κομμουνιστές αντιτίθενται στην βία αυτή καθαυτή αλλά επειδή γνωρίζουν πολύ καλά πως η αξία της εργατικής υπηρεσίας δεν έγκειται μόνο στις υλικές επιτυχίες αλλά κυρίως στην εκπαίδευση γύρω από μία νέα γερμανική ιδέα περί κράτους. Αυτή η νέα εκπαίδευση γύρω από την έννοια του κράτους θα καταστρέψει την κοσμοθεωρία των κομμουνιστών!

Μεταξύ των τρόπων βελτίωσης του εδάφους είναι επίσης η μέθοδος της λίπανσης. Είναι αδιανόητο επειδή ο αγρότης δεν έχει αγοραστική δύναμη το λίπασμα να μένει στο εργοστάσιο και να μην ωφελεί το έδαφος, παρόλο που, αν είχαμε σωστή πολιτική τιμών η λίπανση θα ήταν αυτομάτως κερδοφόρα και ως εκ τούτου προσιτή στον Γερμανό αγρότη ανά πάσα στιγμή. Έχω ξαναπεί και λέω άλλη μία φορά: τα έργα που θα εκτελεστούν θα εκτελούνται με σταθερούς μισθούς. Θα επανέλθω εν κατακλείδι στα θέματα της χρηματοδότησης

Η βελτίωση του εδάφους σε μικρές και μεσαίες ιδιοκτησίες θα πρέπει κατά την γνώμη μας να πραγματοποιηθεί από εδαφοβελτιωτικούς συνεταιρισμούς υπό την εποπτεία του κράτους.

H ανάγκη για εξοπλισμό, στέγαση και ρουχισμό που θα δημιουργηθεί από αυτά τα έργα θα απασχολήσει περισσότερα τμήματα του εργατικού δυναμικού στη βιοτεχνία, τη βιομηχανία, το εμπόριο και τις μεταφορές. Είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι ουσιαστικά είναι απλώς θέμα εκκίνησης του κινητήρα. Η εργασία δημιουργεί περισσότερη εργασία. Δεν χρειάζεται μεγάλη κρατική παρέμβαση εδώ αλλά οι πρώτες μεγάλες προμήθειες πρέπει να προέρχονται από το κράτος γιατί κανένας ιδιώτης επιχειρηματίας δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει ένα τέτοιο πρόβλημα σήμερα. Από την στιγμή που οι μεγάλες προμήθειες δρομολογηθούν τότε είμαι σίγουρος ότι μέσα σε δύο χρόνια θα έχουμε κανονική εξέλιξη. Αυτό είναι το αιώνιο όφελος της εργασίας που είναι η βάση της ζωής και των πάντων.

Τα έργα βελτίωσης του εδάφους και της δημιουργίας καλλιεργήσιμης χερσαίας γης θα δημιουργήσουν ευκαιρίες επανεγκατάστασης για 100.000 άτομα ετησίως. Εδώ κάνω διάκριση μεταξύ των οικιστικών κατασκευών κοντά στην πόλη για τους κατοίκους της πόλης και τους οικισμούς στην ύπαιθρο, ένα πρόβλημα που έχει εν μέρει αντιμετωπιστεί στα ανατολικά. Εάν επανεγκατασταθούν 100.000 άνθρωποι ετησίως (οφείλω να ομολογήσω ότι ο αριθμός αυτός είναι κάπως ψηλός αλλά μπορεί να επιτευχθεί) μετά από από πέντε χρόνια θα έχουμε μισό εκατομμύριο νέους εποίκους στα ανατολικά και ως εκ τούτου τεράστιες γεωγραφικές και στρατιωτικές δυνατότητες που δεν μπορούμε να συζητήσουμε σήμερα.

Έρχομαι τώρα σε ένα θέμα για το οποίο οι κύριοι της αριστεράς με έχουν συχνά κατηγορήσει. Με κατηγορούν για το γεγονός ότι στην διακήρυξη του δικαιώματος στην εργασία και της υποχρέωσης στην εργασία (την οποία θεωρούμε απαραίτητη για να προσεγγίσουμε αυτά τα προβλήματα με ελπίδες επιτυχίας) υπάρχει περιορισμός της ατομικής ελευθερίας. Σε τελική ανάλυση έχουμε ήδη παραγράφους στο σύνταγμα της Βαϊμάρης που λένε ότι σε περιόδους έκτακτης ανάγκης ο πολίτης μπορεί να υποχρεωθεί να καταβάλει συγκεκριμένες προσπάθειες. Αν νομίζετε ότι μπορείτε να λύσετε το πρόβλημα χωρίς βία, αν θέλετε δηλαδή να λιμοκτονήσετε για χάρη της ελευθερίας, προχωρήστε! Γιατί η πείνα θα είναι αναπόφευκτη αν συνεχιστεί το σημερινό σύστημα και η παρούσα οικονομική σκέψη.

Ένα κράτος το οποίο παραχωρεί στον λαό του το δικαίωμα στην εργασία πρέπει να ορίζει την υποχρέωση να εργάζεσαι τόσο για χάρη του ατόμου όσο και για χάρη του έθνους. Ένα τέτοιο κράτος πρέπει φυσικά να λάβει τις πιο εκτεταμένες προφυλάξεις ώστε τα αγαθά που παράγονται από τους συμμετέχοντες στην υπηρεσία εργασίας να μην πέσουν στα χέρια ιδιωτών κερδοσκόπων. Με άλλα λόγια το γερμανικό κράτος θα πρέπει να καθιερώσει ολοκληρωμένο έλεγχο της αγοράς τροφίμων προκειμένου να αποτραπούν τα δικαιολογημένα παράπονα όσων στρατολογούνται στην υπηρεσία εργασίας.

Εάν συνεχιστούν οι σημερινές καταστροφικές τάσεις δεν νομίζω ότι τέτοιοι έλεγχοι θα είναι αποτελεσματικοί χωρίς το μονοπώλιο στα σιτηρά. Διότι μεταξύ των αγροτικών κύκλων έχω ακούσει επανειλημμένα το εξής: τα αποθέματα τροφίμων είναι ήδη πολύ μικρά τους τελευταίους μήνες της συγκομιδής επειδή η αγροτική έκτακτη ανάγκη μειώνει όλο και περισσότερο τις εκτάσεις καλλιέργειας.

Είμαι επίσης πεπεισμένος ότι ο έλεγχος της αγοράς τροφίμων προσφέρει την μόνη δυνατότητα επίλυσης του προβλήματος των μισθών στη Γερμανία. Τις τελευταίες εβδομάδες ευρισκόμενος στην Κρατική Βιβλιοθήκη της Κάτω Βαυαρίας ψάχνοντας παλιές εφημερίδες από τα μέσα του περασμένου αιώνα, διάβασα ομιλίες ανδρών όπως οι πολιτικοί von Hasenbradl και άλλοι που όταν άρθηκαν οι φόροι της Βαυαρικής Αστυνομίας (που μέχρι τότε λειτουργούσαν ως έλεγχοι στα τρόφιμα) προέβλεψαν πληθωρισμό και καταστροφή της οικονομίας. Θα μπορούσα να πω ότι αυτές οι μελέτες με έμαθαν να αξιολογώ τον συχνά γελοιοποιημένο «Βαυαρικό Πόλεμο της μπύρας». 

Στην Βαυαρία μία ποσότητα μπύρας αντιπροσώπευε μια πολύ συγκεκριμένη ποσότητα εργασίας και μια πολύ συγκεκριμένη ποσότητα περιουσίας. Η άνοδος της τιμής κατά μία δεκάρα θα σήμαινε την αύξηση της τιμής για όλα τα αγαθά γενικά. Βλέπω τις τεράστιες δυσκολίες των σημερινών διαπραγματεύσεων για τους μισθούς ως αποτέλεσμα του γεγονότος ότι το κράτος δεν μπορεί να προσεγγίσει το μισθολογικό πρόβλημα κάτω από ένα τέτοιο πρότυπο. Η ανάγκη προστασίας των τροφίμων από την κερδοσκοπία μέσω της αύξησης της παραγωγής ως αποτέλεσμα της αναδιοργάνωσης πρέπει και θα μας δώσει την ευκαιρία να λύσουμε τα παρακάτω ζητήματα: έλεγχος της αγοράς τροφίμων και πέραν αυτού του μισθολογικού προβλήματος γενικότερα.

Είναι σαφές ότι η γεωργία πρέπει να καταστεί κερδοφόρα αν θέλουμε να κάνουμε την αρχή στη βελτίωση του εδάφους. Αλλά εξίσου απαραίτητη είναι η απαίτηση οι εισαγωγές να περιοριστούν προτού η βελτίωση του εδάφους μπορέσει να βοηθήσει τον Γερμανό αγρότη να παράγει περισσότερα.

Ο περιορισμός των εισαγωγών ή ο καθορισμός ποσοστώσεων - κάναμε τέτοιες προτάσεις και σας δώσαμε την ευκαιρία να εκφράσετε την γνώμη σας επ΄αυτών - είναι απαραίτητα για να μπορέσουμε να προσφύγουμε με επιτυχία στην πρωτοβουλία του αγρότη και να καταστήσουμε την γεωργία κερδοφόρα. Το να καταστεί η γεωργία κερδοφόρα επιτυγχάνεται κατά την γνώμη μας με την στήριξη των τιμών - εδώ και πάλι προτείνω για συζήτηση το ζήτημα του πλήρους μονοπωλίου - και κυρίως με τη μείωση του επιτοκίου, ειδικά για τα πρώτα δάνεια όπου θα είναι πραγματικά αποτελεσματικά.

Είμαστε επίσης πεπεισμένοι ότι είναι απαραίτητο να τεθεί ολόκληρο το σύστημα γεωργικών πιστώσεων σε νέα βάση. Πέρα από αυτό (και το λέω ως πολιτικός, όχι ως ειδικός) δεν βλέπω την ανάγκη δημιουργίας μιας εκτεταμένης οργάνωσης για την γερμανική αγροτιά. Εκείνη την στιγμή που το κράτος θα αναλάβει ως εγγυητής της βιωσιμότητας της γερμανικής γεωργίας - και θα κάθε κράτος θα πρέπει να πράττει έτσι αν δεν θέλει καταρρεύσει- εκείνη τη στιγμή όλες οι σημερινές οργανώσεις αντιπολίτευσης που προέκυψαν δικαιολογημένα απλά θα χάσουν κάθε αιτία ύπαρξης τους.

ΠΩΣ ΘΑ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΘΕΙ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΛΗΡΟΥΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ.

Τώρα στρέφομαι στο ζήτημα της χρηματοδότησης της εργασίας. Όταν το εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα απαιτεί την εκτέλεση μεγάλων έργων ως θεραπεία για την ανεργία, οι εκπρόσωποι του παρόντος πολιτικού συστήματος διατυπώνουν πάντα την ίδια αντίρρηση: μας λείπουν τα μέσα. Αυτό είναι εντελώς ψευδές. Αν κάποιος είναι φτωχός πρέπει να εργαστεί περισσότερο προκειμένου να εξασφαλίσει την ευημερία του. Όσο φτωχότερος είναι ένας λαός τόσο περισσότερο πρέπει να εργάζεται γιατί η αύξηση της ευημερίας μπορεί να προέλθει μόνο από δύο εξωτερικές πηγές: την εργασία και τους φυσικούς πόρους.

Η χρηματοδότηση ενός, μεγάλης κλίμακας, προγράμματος παροχής απασχόλησης είναι απολύτως εφικτή. Δίνω ως παραδείγματα την βελτίωση του εδάφους και την κατασκευή οικιστικών αναπτύξεων. Και τα δύο παρέχουν εκτεταμένες ευκαιρίες απασχόλησης. Είναι απαραίτητο η χρηματοδότηση να πραγματοποιηθεί από μία τράπεζα που θα έχει συσταθεί αποκλειστικά για αυτόν τον σκοπό ως μια κρατική εταιρεία οικοδομών και δανειοδοτήσεων. Στο παρελθόν είτε γελούσατε, είτε διαμαρτυρόσασταν «εταιρεία οικοδομών και δανείων» λέγατε περιπαικτικά. Σήμερα δεν διαμαρτύρεστε γιατί η τράπεζα «αποδοχής και εγγυήσεων» που επιβλήθηκε λόγω της έκτακτης ανάγκης είναι κάτι πολύ παρόμοιο.

Οι εργαζόμενοι που θα εργάζονται με το πρόγραμμα πλήρους απασχόλησης θα λαμβάνουν πλήρεις αποδοχές εν αντιθέσει με αυτούς που θα εργάζονται στην υπηρεσία εργασίας. Πρέπει τώρα να συντομεύω γιατί ο χρόνος τελειώνει: αν σε εδαφοβελτιωτικά έργα, οικιστικές αναπτύξεις και άλλα παρόμοια μετατρέψουμε τις δαπάνες για υλικά όσο το δυνατόν περισσότερο σε μισθούς τότε το κόστος θα κατανεμηθεί κατά μέσο όρο με τον ακόλουθο τρόπο. Το γραφείο ασφάλισης ανέργων του Ράιχ θέτει στην διάθεση της νέας τράπεζας (της οικονομικής και δανειοδοτικής εταιρείας) τις εισφορές που μέχρι τότε είχαν καταβληθεί για την αποζημίωση ανεργίας. Έτσι η τράπεζα λαμβάνει το 30% του συνολικού ποσού που απαιτείται για τους μισθούς. Αν ξεκινήσει η συγκεκριμένη διαδικασία η ανεργία θα σταματήσει. 

Οι άνθρωποι οι οποίοι θα εργασθούν κάτω από την νεοδημιουργηθείσα διαδικασία θα αποσυρθούν από το επίδομα ανεργίας και θα συμπεριληφθούν εδώ εν όλω ή εν μέρει. Τότε δεν θα χρειάζεται η παράταση του επιδόματος ανεργίας. Εάν το ένα εκατομμύριο εργάζεται τότε το 6,5% των όσων λαμβάνουν επίδομα ανεργίας σταματάει να βαραίνει τα ταμεία. Αυτό το ποσό αντιπροσωπεύει το 5% των χρημάτων που απαιτείται για την χρηματοδότηση. Μετά εφόσον υπάρχει εργασία υπάρχουν και χρήματα προς φορολόγηση. Όταν το συνολικό εισόδημα του εργατικού δυναμικού αυξάνεται και μειώνεται τα φορολογικά έσοδα αυξάνονται και μειώνονται παράλληλα. Υπάρχει λοιπόν εδώ μια στενή σχέση που δεν επιδέχεται αμφισβήτησης.

Προσθέτοντας τα έσοδα από τους φόρους των ανθρώπων της μεσαίας τάξης, τεχνίτες κλπ (αν και υπολογίσαμε ότι στην πραγματικότητα αυτά τα ποσά και οι αποδόσεις μπορούν να φτάσουν σε ψηλότερο επίπεδο όπως 22-23%) έχουμε άλλο ένα 15% για χρηματοδότηση. Προσθέτοντας την συνεισφορά των γεωργών έχουμε άλλο ένα 25%. Σε περίπτωση βελτίωσης του εδάφους η προσφορά του αγρότη θα είναι μεγαλύτερη. Προκειμένου να επιτευχθεί ο εξαγροτισμός μπορούν να επανεγκατασταθούν όσοι έχουν μικρές αποταμιεύσεις οι οποίες δύναται να χρησιμοποιηθούν για αυτό το σκοπό είτε μπορεί να δοθεί σε μελλοντικούς εποίκους η δυνατότητα να αποταμιεύσουν μέσω παρακράτησης από τους μισθούς τους αρκετά ώστε να αγοράσουν ένα μερίδιο 25% δημιουργώντας μια μικροϊδιοκτησία.

Το υπόλοιπο 25% θα καλυφθεί από την οικοδομική και δανειοδοτική εταιρεία (σ.σ εννοεί την κρατική τράπεζα στην οποία αναφέρθηκε παραπάνω «είναι απαραίτητο η χρηματοδότηση να πραγματοποιηθεί από μία τράπεζα που θα έχει συσταθεί αποκλειστικά για αυτόν τον σκοπό ως μια κρατική εταιρεία οικοδομών και δανειοδοτήσεων») η οποία θα εκδώσει πιστώσεις. Με την έκδοση πιστώσεων θα καλυφθεί το μη διαθέσιμο από φορολογικά έσοδα μέρος των χρημάτων. Τώρα θα εξετάσω το πρόβλημα - το οποίο δεν χρειάζεται να εξηγήσω λεπτομερέστατα - της παραγωγικής δημιουργίας πιστώσεων. Η παραγωγική δημιουργία πιστώσεων είναι δυνατή μόνο από ένα έντιμο κράτος το οποίο βρίσκεται σε θέση να σταματήσει την κατάλληλη στιγμή αποτρέποντας δυσάρεστες εξελίξεις.

Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι για όλα αυτά τα νέα εργασιακά σχέδια μια αντίληψη πρέπει να απορριφθεί εντελώς: ο καπιταλιστικός υπολογισμός του κέρδους. Δεν θα ρωτάμε πόσος τόκος δύναται να παραχθεί από μία εργασία προκειμένου να γεμίσουν τα ταμεία του τοκογλύφου. Θα εξετάζουμε μόνο κατά πόσο η χρηματοδότηση τέτοιων έργων επηρεάζει την ευημερία ολόκληρου του έθνους και τι μπορούν να προσφέρουν τέτοια έργα στις πολιτιστικές, οικονομικές και πολιτικές ανάγκες του λαού. Δηλαδή θα πράττουμε σύμφωνα με αυτό που σε εμένα αρέσει να αποκαλώ εθνικοσοσιαλιστικό υπολογισμό του κέρδους.

Το πιο σημαντικό όμως είναι η μείωση των τόκων. Αν δεν απαλλαγούμε από τους τόκους - μειώνοντας τους σε ένα υποφερτό επίπεδο - και τους προδοτικούς ελιγμούς των τραπεζών δεν θα υπάρξει καμία ανάκαμψη στη Γερμανία και όλες οι δυνατότητες που απαρίθμησα παραπάνω θα παραμείνουν δίχως νόημα. Μιλούν για τόκο 5% αλλά κοιτάζοντας πιο προσεκτικά κανείς βρίσκει 2% πρόσθετη χρέωση, άλλα 2% παροχή πίστωσης και στην συνέχεια άλλο 1% ως πρόνοια έναντι υπερανάληψης. Δηλαδή στην πραγματικότητα δεν υπάρχει τόκος κάτω από 10%. Αυτή είναι μια αφόρητη κατάσταση για έναν λαό που πρέπει να ανασυγκροτήσει την οικονομία του μέσω της εργασίας και των δημοσίων έργων. Οι τόκοι δημιουργούν κεφάλαιο μόνο σε κερδοφόρες οικονομίες. Όταν οι τόκοι καταβάλλονται από το πραγματικό κεφάλαιο τότε το κεφάλαιο καταστρέφεται.

Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι όταν στην Γερμανία αντιμετωπίζουμε την αναγκαιότητα να οργανώσουμε την εσωτερική οικονομία δεν μπορούμε παρά να αναδιοργανώσουμε και την κοινωνική μας ζωή. Η αναδιοργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας είναι προτιμότερη από την πείνα και την παρούσα κατάσταση. Όλο αυτό έχει ως συνέπεια το να βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία νέα εποχή από την οποία δεν μπορούμε να δραπετεύσουμε.

Ο καγκελάριος Bruning έχει σίγουρα προσεγγίσει αυτά τα προβλήματα με καλή θέληση, δεν το αμφισβητήσαμε ποτέ, αλλά μου φαίνεται ότι είναι αδύνατον να λυθούν όσο σπαταλάει τις δυνάμεις του ασχολούμενος με τα ετερογενή κόμματα που απαρτίζουν την κυβέρνηση. Θεωρώ αδύνατον να επιτευχθεί μακροπρόθεσμη διακυβέρνηση από ένα πλήθος κόμματων πολλώ δε μάλλον να λυθούν τόσο σημαντικά προβλήματα. Για τον λόγο αυτό η «επανάσταση των ψηφοφόρων», όπως αποκαλείται συχνά αυτό το οποίο βιώνουμε σήμερα, έχει δίκιο.  Μικρά κόμματα των οποίων τα αιτήματα είναι αντιστρόφως ανάλογα του μεγέθους τους και τα οποία λόγω της εσωτερικής τους αδυναμίας υπόκεινται σε κάθε είδους διεφθαρμένες επιρροές πρέπει να εξαφανιστούν και δεν υπάρχει αμφιβολία για αυτό.

Σε μεγάλο βαθμό ο γερμανικός λαός έχει πειστεί από τον Αδόλφο Χίτλερ και το κίνημα του. Έχουμε κερδίσει για τους εαυτούς μας το δικαίωμα να κυβερνήσουμε χτίζοντας αυτό το κίνημα από το μηδέν εναντίον όλων σας. Μόνο ο Κύριος μπορεί να μας δώσει την εκπλήρωση και η Ιστορία την κρίση της.

Ο «φασιστικός σοσιαλισμός» του Drieu la Rochelle (https://samuraithsdyshs.wordpress.com/)

 


Ο Pierre Drieu La Rochelle ήταν ένας από τους μεγαλύτερους Γάλλους συγγραφείς. Παραγνωρισμένος στα σχολικά προγράμματα στη Γαλλία, όπως συμβαίνει και σε άλλες χώρες για διανοούμενους μη κομφορμιστές, όπως για παράδειγμα στην Ιταλία ο Ezra Pound ή ο Berto Ricci

Ο Drieu παραμένει ένας από τους μεγαλύτερους ερμηνευτές της προπολεμικής «κρίσης» του φιλελεύθερου και αστικού κόσμου, στην οποία επιχείρησαν ο κομμουνισμός και ο φασισμός να δώσει απάντηση. 

Είναι αυτές τις μέρες, στις 15 Μαρτίου το 1945, που αυτοκτόνησε αηδιασμένος από την ήδη υπάρχουσα αλλά και επερχόμενη παρακμή. Είναι από τους αγαπημένους εμπνευστές σκέψης μου, οπότε και με αφορμή τον θάνατο του θα κάνω κάποιο μικρό αφιέρωμα. Είναι ένα πνεύμα που αξίζει πραγματικά να ασχοληθείτε. Εγώ θα σας δώσω μέσα και από αυτό το άρθρο και από άλλα φυσικά, δείγματα του πνεύματος και της σκέψης του.

Το 1934 ο Pierre Drieu La Rochelle δημοσίευσε το εξαίσιο πολιτικό έργο του, ο “Φασιστικός Σοσιαλισμός”, ένα κρίσιμο βιβλίο για την κατανόηση της πολιτικής δυναμικής της νεωτερικότητας. Σε αυτό το έργο ο Drieu εξέτασε την ασυνέπεια των δύο κατηγοριών, «αριστερά-δεξιά», όπως ήδη εκδηλώθηκε στην εποχή του, εκείνη μεταξύ των δύο παγκοσμίων πολέμων. 

Φορτωμένες με σχεδόν μεταφυσικές αξίες στην πραγματικότητα αυτές οι κατηγορίες είναι ιστορικά κινητές, τα περιεχόμενά τους είναι ανταλλάξιμα και μπορούν να συγχωνευθούν σε νέες συνθέσεις. Αυτή ακριβώς ήταν η σύνθεση, ή η προσπάθεια μιας σύνθεσης, που παρήγαγε τον φασισμό ως σύγκλιση και συγχώνευση μεταξύ εθνικισμού και σοσιαλισμού. 

Μια προσπάθεια που βρισκόταν σε εξέλιξη τουλάχιστον από τα μέσα του 19ου αιώνα και ίσως, από την εποχή των Ιακωβίνων και τη ρομαντική εποχή, με όλα τα συνδεδεμένα φαινόμενα που αφορούσαν ιδιαίτερα την Ιταλία. 

Ο Pierre Drieu La Rochelle ωστόσο, δεν χρησιμοποίησε καθόλου απολογητικούς τόνους. Στο έργο του, ενώ τηρούσε ιδανικά την προσπάθεια, διατήρησε μια ορισμένη απόσπαση ως διανοούμενος που κατέγραφε τις τάσεις της εποχής του. 

Δεν δίστασε – μαζί με την εκτίμηση διαφόρων πτυχών όπως τις καινοτόμες και επαναστατικές, «αριστερές» – να τους υποβάλει σε κριτική μαζί με άλλες πτυχές των φασιστικών καθεστώτων και των γαλλικών κινημάτων που εμπνεύστηκαν από τον φασισμό και που κατά τη γνώμη του, δεν είχαν ακόμη επιτύχει μια αποτελεσματική σύνθεση μεταξύ σοσιαλισμού και έθνους. 

Θα έλεγα ότι στον Drieu, ήταν δύσπεπτος ο «χορωδιακός κομφορμισμός», όπως έγραφε. Από την άλλη αναπόφευκτα συνδέθηκε με τη μαζική συναίνεση που απολάμβαναν οι φασισμοί, κάτι που ο Pierre Drieu La Rochelle κατανοούσε τέλεια ακόμη και ως «ελευθεριακός» που ήταν γράφοντας στο βιβλίο του αυτό: 

«Η ελευθερία έχει εξαντληθεί, ο άνθρωπος πρέπει να αποκατασταθεί στα πιο σκοτεινά του βάθη. Είμαι εγώ που το λέω – εγώ, ο διανοούμενος, ο αιώνιος ελευθεριακός».

για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο εδώ ...